Όταν οι «ιδιαιτερότητες» δεν αποτελούν … εμπόδιο
από την Καλλιγά Ζοζεφίνα
από την Καλλιγά Ζοζεφίνα
Πολλοί άνθρωποι σήμερα δεν έχουν ίσες ευκαιρίες, παρά το γεγονός ότι έχουν ίσα δικαιώματα τουλάχιστον με βάση τη νομοθεσία. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν και τα άτομα, που συχνά χαρακτηρίζονται ως «ανάπηρα» λόγω κάποιων πνευματικών ή σωματικών ιδιαιτεροτήτων. Αυτά τα άτομα, για να αποδείξουν ότι διαθέτουν ίση αξία με τους άλλους και να ενταχθούν στην κοινωνία, απαιτείται να δεχτούν την κατάλληλη εκπαίδευση, διότι όπως όλοι εμείς, έτσι και τα παιδιά αυτά έχουν φιλοδοξίες και όνειρα για το μέλλον τους, τα οποία δεν πρέπει να τους τα στερούμε.
Κατ’ αρχάς η ένταξη κάθε ατόμου στην κοινωνία προϋποθέτει την εκπαίδευσή του. Ειδικότερα, αποτελεί χρέος κάθε οργανωμένης και δημοκρατικής κοινωνίας να δομεί το σχολικό μοντέλο της με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να εκμηδενίζονται όλα τα εμπόδια που αποτρέπουν τη δυνατότητα ισότιμης συμμετοχής όλων των μαθητών. Γι’ αυτό στα πλαίσια αυτά κι η εκπαίδευση των μαθητών με ιδιαιτερότητες πρέπει να παρέχει τις μέγιστες εκπαιδευτικές δυνατότητες στα παιδιά αυτά. Αυτό σημαίνει ότι η πολιτεία οφείλει να οργανώσει τις δομές της, ώστε να υπάρχει σεβασμός και ισοτιμία για όλα.
Μορφές Εκπαίδευσης
Παλαιότερα η εκπαίδευση των ατόμων με ειδικές ανάγκες ασκούταν κυρίως με ιδιωτική πρωτοβουλία. Στη σημερινή εποχή μετά την καθιέρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, της διακήρυξης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων το 1950, τον αγώνα κατά των διακρίσεων και άλλων ανθρωπιστικών πρωτοβουλιών έχουν διαμορφωθεί χώροι ειδικής αγωγής και έχουν προταθεί διάφορες μορφές εκπαίδευσης για αυτά τα παιδιά. Για παράδειγμα έχουν θεσμοθετηθεί η “μερική φοίτηση στη γενική τάξη”, η “ένταξη”, η “συνεκπαίδευση”, η “πλήρης συνεκπαίδευση” και ο “καθολικός σχεδιασμός”. Ο θεσμός της “ένταξης” αφορούσε αποκλειστικά το δικαίωμα εκπαίδευσης όλων των μαθητών με αναπηρία.
Μέχρι σήμερα έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν προκειμένου τα άτομα με ειδικές ανάγκες να έχουν μία ποιοτική [σχολική] ζωή, όμως αυτά τα μέτρα δεν έχουν εφαρμοστεί. Σε αυτές τις θεωρίες οι άνθρωποι με ιδιαιτερότητες δεν αντιμετωπίζονται ως “ελαττωματικοί” ή άνθρωποι με ελλείμματα. Αντιμετωπίζονται ισότιμα, καθώς το ζητούμενο είναι ο κάθε μαθητής και η κάθε μαθήτρια ανεξαρτήτως οποιουδήποτε σωματικού, διανοητικού, θρησκευτικού, φυλετικού, ψυχικού κτλ γνωρίσματός του, να μπορεί να εκπαιδεύεται σε ένα ασφαλές περιβάλλον.
Στην πράξη, βέβαια, εφαρμόστηκαν ελάχιστα από τα προαναφερθέντα, καθώς δεν έχουν σημειωθεί ιδιαίτερες αλλαγές τουλάχιστον στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα για την ισότιμη πρόσβαση όλων στην εκπαίδευση. Για παράδειγμα δεν έχουν πραγματοποιηθεί αλλαγές στις σχολικές υποδομές (π.χ. ράμπες αναπήρων) και στον τρόπο και στις συνθήκες διδασκαλίας (επί της ουσίας συμπερίληψη), ούτε βέβαια ιδιαίτερες αλλαγές στην εκπαίδευση των εκπαιδευτικών αναφορικά με τέτοιου είδους μαθητές, με αποτέλεσμα ακόμα και σήμερα ένα μεγάλο ποσοστό ατόμων με ειδικές ανάγκες να παραμένει αποκλεισμένο από τις εκπαιδευτικές δομές. Εξάλλου, ακόμα και αν τυπικά «ενσωματώνονται», πολύ συχνά η αντιμετώπιση των ατόμων με ειδικές ανάγκες εντός των σχολείων λαμβάνει τη μορφή απόρριψης, απομόνωσης, οίκτου και φιλανθρωπίας. Αυτή η εικόνα έκανε τους ερευνητές να αναρωτηθούν αν τελικά οι ειδικές τάξεις οδηγούν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες σε μεγαλύτερη περιθωριοποίηση, παρά τις όποιες εξαγγελίες για το αντίθετο.
Η Συνεκπαίδευση
Στις μέρες μας η επιστήμη έχει καταλήξει ότι την καταλληλότερη λύση για την ένταξη και ενσωμάτωση αυτών των ατόμων αποτελεί η συνεκπαίδευση. Η συνεκπαίδευση αναφέρεται στη φροντίδα για την καλυτέρευση των εκπαιδευτικών εμπειριών για όλους τους μαθητές, ώστε το σχολείο να ανταποκρίνεται στις εκπαιδευτικές τους ανάγκες, ανεξάρτητα από τα όποια χαρακτηριστικά τους. Στόχος είναι η επίτευξη της εξουδετέρωσης των διακρίσεων και η δημιουργία σχολείων τα οποία θα μπορούν να υποδέχονται κάθε μαθητή, χωρίς να υπάρχει ο ισχυρισμός ότι αδυνατεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του. Θα πρέπει να τονιστεί, βέβαια, ότι “η UNICEF υποστηρίζει την ελληνική κυβέρνηση, τα σχολεία, τις οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών και κυρίως τα παιδιά και τους γονείς, ώστε να δημιουργηθεί ένα σχολικό περιβάλλον, όπου κάθε παιδί, όπως παιδιά με αναπηρία, παιδιά προσφύγων και μεταναστών, παιδιά μειονοτήτων, παιδιά που χρειάζονται εναλλακτική φροντίδα και παιδιά θυμάτων βίας και κακοποίησης” να λάβουν την εκπαίδευση που χρειάζεται, για την ομαλή ενσωμάτωσή τους στην κοινωνία.
Η ανάγκη μιας νέας κουλτούρας εκπαίδευσης.
Συνοψίζοντας, θεωρώ ότι μόνο μέσω της εκπαίδευσης μπορεί να δημιουργηθεί μία νέα κουλτούρα που θα αντιλαμβάνεται την αναπηρία ως συνέπεια της μειωμένης συμμετοχής του ατόμου στην εκπαίδευση και τα άτομα με ιδιαιτερότητες οποιασδήποτε μορφής ως ισότιμα μέλη μιας κοινωνίας που πιστεύει στην ισοτιμία και δεν επαγγέλλεται αόριστα μία κάποιας μορφής ισότητα. Επίσης, μόνο μέσω της εκπαίδευσης υπάρχει η πιθανότητα να αλλάξουμε όλοι εμείς τον τρόπο που βλέπουμε τα άτομα με ιδιαιτερότητες και να αντιληφθούμε ότι είναι ίσα με εμάς και αξίζουν και αυτά τις ίδιες ευκαιρίες στη ζωή.
πηγές
https://www.greekaffair.news/anapiria-kai-ekpaideysi/
https://www.unicef.org/greece